“Το Μυστικό Νησί Που Ζωντανεύει Τις Νύχτες”

Νοστάλγησα το άγγιγμά σου, δεν ήσουν εδώ, τα λόγια μου να αγγίξουν την ψυχή μου και πόνος να βρει παρηγοριά στα δύο σου χέρια, στην αγκαλιά σου.

Δεν χρειάζονται λόγια αρκεί ένα βλέμμα και έχεις δει τα πάντα στην ψυχή που λατρεύεις.

Φως της ψυχής μου.

Μια θάλασσα το βλέμμα σου και εγώ ταξιδεύω μαζί σου.

Ο έρωτας κάνει την καρδιά παιδί, να ξεκινά όμορφα μια μέρα με μια όμορφη σκέψη να ταξιδέψει στον μοναδικό της καρδιάς του, στην ψυχή του.

Είσαι η αγάπη, ο ερωτας που ήρθες στην πιο ώριμη στιγμή της ζωής μου, να με κάνεις να νιώσω το διαφορετικό, αυτό που ξεσηκώνει την ψυχή και κάνει το νου να πετάει ευτυχισμένος, σε μέρη δικά μας.

Οι πιο όμορφες σκέψεις μου δικές σου.

Σκέφτομαι αν είναι εφικτό να βρεθούμε, έστω για ένα χάδι στιγμής, ψυχής.

Μιας λέξης αγάπης.””””

Η Ναταλία έγραψε τον γράμμα στον αγαπημένο της, σκέφτηκε για λίγο σηκώθηκε άνοιξε το συρτάρι της και το έκρυψε.

Δεν είχε κανένα νόημα.

Να στείλει κάτι μετά από τόσα χρόνια.

Τι περίμενε να τρέξει κοντά της.

Να του πει για το παιδί τους.

Και τι πίστευε θα γινόταν.

Συμπλήρωσε.

“Σου στέλνω την αγάπη μου τα φιλιά μου.

Σε λατρεύω αγόρι μου όμορφο.”

Ένα δάκρυ το σφράγισε.

Εκλεισε στο συρταρι μέσα ότι αγαπούσε.

Μου είπες ότι ο ερωτας είναι παιχνίδι χωρίς λογική, εκεί που το συναίσθημα παίρνει την σκυτάλη και έρχεται πρώτο, χάνεται το έδαφος κάτω από τα πόδια σου, η καρδιά ζητάει τροφή στην αγάπη.

Περίμενε πάντα τον περίμενε, τον είχε κοντά της, ενώ αυτός περιπλανιόταν στα δικά του όνειρα στους δικούς του στόχους.

Δεν είχε λογική ένα μύνημα, με την σκέψη του ήταν κοντά της και μετά να ακολουθούσε το όνειρο του.

Μια στιγμή σαν αστραπή να περνούσε από το μυαλό του να τον ζαλίζει η παρουσία της, το άρωμά της και μετά ας πετούσε εκεί που λαχταρούσε .

Ποτέ δεν θα του έφερνε αντίρρηση ποτέ δεν θα του κλαιγόταν, απλά η σκέψη του να έκανε παρέα στις σκέψεις της.

Το ήξερε δεν θα το έκανε ποτέ.

Η Ναταλία μέσα σε τόσο κόσμο, αισθανόταν μόνη να την πνίγει η μοναξιά, να θέλει να κλάψει.

Το έκανε, σε μια γωνιά φόρεσε τα γυαλιά της και άφησε τα δάκρυα της που την έπνιγαν να ακολουθήσουν το δρόμο τους, να βρει διέξοδο η ψυχή της, να νιώσει λίγο έστω για κλάσματα του λεπτού ότι τα δάκρυα της έκαναν παρέα.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια