“Το Μυστικό Νησί Που Ζωντανεύει Τις Νύχτες”

8 Ο ΦΙΛΛΙΠ ΚΑΙ Η ΝΑΤΑΛΙΑ

Μέσα καλοκαιριού περπατούσε μόνη στα μικρά ρομαντικά όμορφα στολισμένα από χρώματα και λουλούδια δρομάκια, όταν ξαφνικά συννέφιασε.

Μια ξαφνική καλοκαιρινή μπόρα, “μπουρίνι”.

Μόλις είχε βγει δεν ήθελε να πάει στο σπίτι.

Καιρός ήταν να νιώσει την ηρεμία της ψυχής.

Διαίσθηση ανακούφισης, πως κάποιον από τα παλιά θα συναντούσε.

Ποτέ δεν της πήγαινε στις σκέψεις ότι θα ήταν ο μεγαλύτερος, γλυκός πόνος της καρδιας της, της ζωης της, της ψυχής της.

Δεν θα πήγαινε σπίτι θα συνέχιζε, θα περπατούσε ανοιχτά στον κόλπο συντροφιά το κύμα.

Θα πήγαινε μέχρι την σπηλια, εκεί έβρισκε ηρεμία, λες και συνομιλούσε με ότι ποθούσε και την άκουγαν.

Πήρε το δρομάκι βρέθηκε στην παραλία στο κύμα άρχισε μια ξαφνική μπόρα την βρήκε γυμνή σε σκέψεις που λάτρευε.

Η καταχνιά στην θάλασσα έκρυβε κάποιο μυστήριο, ίσα που μπορούσε να ξεχωρίσει.

Ο γλάρος της φάνηκε μέσα από την αντάρα να έρχεται γρήγορα, να της κάνει παρέα να μην είναι μόνη και μελαγχολίσει.

Μια δυνατή βροντή, μια αστραπή, μια σχισμή από φως έπεσε με δύναμη πάνω στην θάλασσα, την χώρισε στα δύο, εισχώρησε μέσα στα βαθιά μαύρα γαλανά νερά της.

Λάμψη μεγάλη φώτισε για δευτερολεπτα τα πάντα.

Θαρρούσες πως θα τέπαιρνε και εκείνη στον βυθό.

Κοίταξε τα φώτα στο νησί είχαν χαθεί, στο τελευταίο σοκάκι που μόλις ξεπρόβαλε πριν λίγο φαινόταν αμυδρά το κίτρινο φως.

Περπάτησε μαζί με τον φίλο της αντάμα στο κύμα.

Ο φτερωτός της φίλος μάζεψε τα φτερά του, κολυμπούσε δίπλα της.

Έπιανε ψαράκια του αφρού, παιχνίδι στιγμής, τον είχε συνεπάρει και αυτόν η ρομαντική στιγμή.

Τα βράχια μπροστά της σαν ακούραστοι φρουροί της σπηλιάς, έκρυβαν μυστικά αιώνων.

Η Φεγγαρόπετρα της σπηλιας, δεν την είχε πάρει την είχε κρύψει σε σημείο που ποτέ κανείς δεν θα μπορούσε να την βρει.

Ήθελε να έχει επικοινωνία με ταξιδιώτες αιώνων.

Της αποκάλυπταν μυστικά τους, στον προορισμό τους.

Τα άκουγαν μακρινοί επισκέπτες να βρουν το δρόμο να έρθουν κοντά της.

Ποιος θα ενδιαφερόταν για εκείνη την ασήμαντη σπηλιά.

Το νησί απομονωμένο από τον πολιτισμό, τόσα προβλήματα κανείς ποτέ δεν ερχόταν.

Πόσο περισσότερο την χειμερινή περίοδο.

Το άνοιγμα της σπηλιάς μικρό, κρυμμένο ένα φαναράκι με λιγοστό φως.

Η Ναταλία κάθησε στο μικρό άνοιγμα, δεν φοβόταν το σκοτάδι, αισθανόταν σιγουριά.

Ο κόσμος γύρω της γνώριμος, η σπηλιά κρυφή, ελάχιστοι πλέον την ανάφεραν.

Οι ντόπιοι πέρα από τις ασχολίες, δεν είχαν καμιά περιέργεια για οτιδήποτε άλλο.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια