Το αηδόνι και ο άνεμος

Μετέφερε όλες τις καλές ειδήσεις στο μικρό αηδόνι της λιμνούλας.
Δεν ήθελε να τον στεναχωρεί στην αγωνία του να ακούσει κάτι όμορφο από μακριά.
Ήταν μοναχούλι του και παρόλα αυτά έβρισκε την δύναμη να κάνει χαρούμενα όλα τα πλασματάκια της περιοχής.
Το αγαπούσαν πολύ και αυτό ήθελε σαν αντάλλαγμα να τους κάνει όλους ευτυχισμένους .
Το βράδυ έβγαιναν τα άστρα στον σκοτεινό ουρανό και πριν κοιμηθεί έψαχνε και έβρισκε το δικό του.
Ναι είχε το δικό του μοναδικό άστρο.
Ονειρευόταν πως κάποια μέρα θα μπορέσει να το αγγίξει.
Άλλωστε ήταν και ένας λόγος που είχε μείνει εκεί πάνω στις κορυφές των βουνών.
Όταν έβλεπε το άστρο του έκλεινε τα ματάκια του, κουρασμένο καθώς ήταν κοιμόταν .
Όνειρα τόσα πολλά !
Του έλειπαν οι φίλοι του, τα άλλα αηδόνια.
“Το πρωί θα μου φέρει ο άνεμος νέα τους.” Σκεφτόταν .
Δεν ήθελε να φύγουν στα ζεστά μέρη για το χειμώνα και να μείνει μόνο του.
Που θα έβρισκε άλλωστε το δρόμο για τις ζεστές χώρες.
Δεν θα άντεχε στο βουνό με τόσο κρύο.

Ο άνεμος είχε μέρες να φανεί.
Το μικρό αηδόνι ανησυχούσε, είχε αρχίσει να κάνει τσουχτερό κρύο.
“Που είναι ο άνεμος;“
Ρωτούσε τα ταξιδιάρικα πουλιά που σταματούσαν λίγο να ξαποστάσουν.
“Δεν ξέρουμε, δεν τον είδαμε, πρέπει να φύγουμε άρχισε το κρύο.”
Του απαντούσαν βιαστικά.
Το αηδόνι αισθανόταν μόνο του.
“Περιμένετε θα έρθω και εγώ.”
“Έλα βιάσου, θα χαθούμε από την ομάδα.”
Το αηδόνι μετάνιωνε και έμενε πίσω να περιμένει νέα από τον άνεμο.
“Θα με πάει στους φίλους μου στον κάμπο.”Σκεφτόταν.

Ένα πρωί άργησε να ξυπνήσει.
Το κρύο τσουχτερό, δεν άντεχε νόμιζε πως ακόμα οι ηλιαχτίδες του ήλιου τον είχαν εγκαταλείψει.
Ο άνεμος ήσυχος πήγε να δει τους φίλους του.
“Δεν έφυγες ακόμα ;” Ρώτησε το μικρό αηδόνι.
“Σε περίμενα, ήθελα να σε δω, να φέρεις νέα από τον κάμπο, δεν μπορούσα να φύγω.
Που ήσουν;” Είπε λυπημένα το αηδόνι.
“Με φώναξαν μακριά πέρα από τον ορίζοντα, πιο μακριά ακόμα στην άκρη της θάλασσας, δεν είχα πάει ποτέ εκεί.
Κινδύνευε ένα πλοίο είχε χάσει το δρόμο του και εγώ σιγά σιγά με την δύναμη του ανέμου το οδήγησα στο κοντινότερο λιμάνι.
Μου πήρε μέρες, ήταν μεγάλο και βαρύ.” Απάντησε ο άνεμος.
“Τώρα θα μείνω εδώ μαζί σας, έφυγαν όλοι.” Μόλις που ακούστηκε το αηδόνι μας.
“ Ο χειμώνας είναι μεγάλος και παγωμένος δεν θα αντέξεις.”
“Το ξέρω, αλλά δεν έχω την δύναμη να ταξιδέψω.”

Ο άνεμος ησύχασε, σκέφτηκε, στενοχωρήθηκε, ήξερε ότι θα έχανε τον καλύτερο του φίλο από το κρύο του χειμώνα, ήταν μικρό και χρειαζόταν ζεστασιά.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
1 Comment
Παλαιότερα
Νεότερα Τα πιο βαθμολογημένα
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια
Πολυ ευ
Πολυ ευ
2 χρόνια Πρίν

Πολυ @ ευαίσθητο κείμενο