Ο Βράχος και η Γοργόνα

“Στην αγκαλιά των ματιών σου βυθίστηκα.

Ίδια η θαλασσά μου ταξίδεψα.

Και αν με πήρες κοντά σου.

Ακολούθησα τα ονειρά μου.

Τα άστρα του ήλιου ακολούθησα,

στης θάλασσας το βυθό.

Ουράνιο τόξο άστρων.

Μωβ κυμμάτων, γαλαζοπράσινου

του ουρανού η ανησυχία..

Ήρεμης θάλασσας, δύσης παλέτας μοιάζει.

Ένα μονοπάτι γοργόνας, ανοίγεται μυστικό.”

Σιωπηλή ακολουθούσε τα κορίτσια.

Μετέφεραν την πήλινη στάμνα από το πηγάδι.

Έκανε ότι και οι άλλες κοπέλες.

Έριξαν στην στάμνα κάτι δικό τους.

Έριξε το μικρό κοχύλι.

Πως βρέθηκε μαζί τους;

Που πήγε η όμορφη ουρά της;

Tι είχε γίνει το προηγούμενο βράδυ;

Θυμάται :

“Φύγε και μην ξαναγυρίσεις, η ανυπακοή τιμωρείται”.

Εξερευνούσε τον βυθό και βρέθηκε στα απαγορευμένα νερά.

Ήταν τόσο μεγάλο το παράπτωμα της;

Ο πατέρας της την μάλωσε.

“Είναι άδικο!” Διαμαρτυρήθηκε.

Κολύμπησε βιαστικά μακριά.

Κρύφτηκε στην σπηλιά των ευχών.

“Βαρέθηκα την θάλασσα και τους νόμους.

Τις απαγορεύσεις.

Θα ήθελα να μείνω με τους ανθρώπους.”

Δεν κατάλαβε τι είχε γίνει.

Βρέθηκε δίπλα στα βράχια, ξαπλωμένη στην άμμο.

Έκαιγε ο ήλιος το κορμί της.

Η μικρή της φίλη την είχε ακολουθήσει κρυφά.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια