2. Ματωμένες Ψυχές

Έρχονται οι σκέψεις να τρελάνουν την καρδιά που δεν σε έχει δικό της.

Μα παρηγοριά τα λόγια βρίσκουν.

Έστω και από μακριά φτάνει να σε βλέπω.

Να περπατάμε μαζί την ζωή, παράλληλα σε δύο δρόμους, χωρίς να ενωθούν ποτέ.”

Μετά μαύρο σκοτάδι οι νέοι χωρίστηκαν.

Το τελευταίο γράμμα της γυναίκας το έγραφε καθαρά.

“Πηγαίνω στο δρόμο της σπηλιάς.

Στο ποτάμι, εκεί που χαράξαμε τα αρχικά μας.

Δεν σε βρίσκω, τα δάκρυα μου γίνονται φουρτούνα στου ποταμού την ροή.

Αντέχω, σε περιμένω.

Γράψε μου την στιγμή, μια μονάχα στιγμή όσο το αγκάλιασμα της μέρας με την νύχτα.

Θα τρέξω σαν τον άνεμο, να τρυπώσω στο κορμί σου να το γεμίσω αρώματα.

Αρώματα αγάπης – έρωτα.

Συντροφιά αχώριστη, φτάνουν στην κορύφωση των συναισθημάτων.”

Η Έμιλι πήρε ευλαβικά τα γράμματα.

Τα έβαλε στο συρτάρι της, να τα προστατέψει.

Κάθε λέξη αγάπης γραμμένη από δυο ψυχές που αγαπήθηκαν.

Έναν έρωτα που δεν ολοκληρώθηκε, θυσιάστηκε στου κόσμου την σιωπή.

Ο μόνος σύμμαχός τους η υπόσχεση του χρόνου.

Κάτι έπεσε στο πάτωμα.

Έσκυψε και διάβασε το σημείωμα.

“Τώρα δεν θα σ’ αφήσω να ξαναφύγεις, σε κάλεσα εδώ απόψε για να μείνεις.”

Φαινόταν να ήταν γραμμένο από τον ίδιο άντρα.

Το μελάνι ακόμα υγρό στο χαρτί.

Οι γραφικοί χαρακτήρες ίδιοι.

Δεν μπορεί κάποιο λάθος έγινε.

4.Πάγωσε ο χρόνος και οι στιγμές

“Έτσι ήσουν.

Ατρόμητη, δυνατή, δεν φοβόσουν το σκοτάδι.

Μια Αμαζόνα της νύχτας, έζησες πολεμώντας το δίκιο.

Πολέμησες δίπλα μου σαν φίλος μα και σαν εχθρός.”

Η Έμιλι κοίταξε γύρω της.

Μια σκιά στο παράθυρό της, δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τα χαρακτηριστικά του άντρα απέναντί της, την κοιτούσε και της μιλούσε.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια