“Καταδικασμένοι Έρωτες Ι”

~ 22 ~

Σε περιμένω εδώ θα είμαι.

Να σε ποθώ, να σ’ αγαπώ πιο πολύ.

Έρχονται πάλι οι τρεις γυναίκες.

Έγιναν εφιάλτης για το λάθος.

Ανήκεις σ’ άλλη αγκαλιά.

Σε κλέβω, σου κλέβω στιγμές.

Σε ποθώ, να χαθώ στο λιμανάκι της καρδιάς σου.

Στην αγκαλιά σου.

Εκεί να βρίσκομαι στους χειμώνες και στα καλοκαίρια της ψυχής σου.

Και μετά.

Οι τρεις γυναίκες στην κουζίνα και εγώ μικρό παιδί.

Γράφουν σαν τις μοίρες κάθε στιγμή μας.

Παίρνουν τις αποφάσεις τους.

“Δεν είναι δικός σου.

Κλέφτρα της ψυχών της αγάπης.

Υποσχέσεις που δεν κράτησες!”

Και όμως παιδάκι τότε, τι ήξερε;

“Δικαιολογίες!”

Σίγουρα δικαιολογία.

Την ψυχή της δεν ρώτησε κανείς.

Βγήκε σαν τον ήλιο στον σκοτεινό ουρανό.

Σαν τον είδε.

Έκλεψε την καρδιά της, την ψυχή της.

Είδε το αγόρι, τον πρίγκιπα της.

Τον άνθρωπο σε μια βραδιά.

Αιχμαλώτισε την ψυχή της

Ένιωσε το κάρμα.

Ήξερε πλέον.

Είχε γεννηθεί για αυτόν.

Οι δρόμοι του να διασταυρωθούν.’

“Δεν γνώριζε!”

Το βλέμμα του την φυλάκισε.

“Όλα σε λάθος χρόνο.

Σε στιγμή που η ζωή της δεν το επέτρεπε ‘

Γιατί άκουσε η καρδιά την λογική.

Το φώναζε.

Αλλά είχε φύγει η ψυχή, τραβήξει τον δρόμο της αγάπης του.

Ροδοπέταλα και αγκάθια μαζί.”

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια