“Καταδικασμένοι Έρωτες Ι”

~ 4 ~

Το μόνο που ήξερε να πηγαίνει σχολείο

Να ασχολείται στο σπίτι με τις δουλειές.

Να παίζει ελάχιστα.

Και το βράδυ κουρασμένη χωρίς να διαμαρτυρηθεί να κοιμάται μόνη της στο σκοτεινό δωμάτιο.

Ναι δεν ήθελε να κλείνει τα παντζούρια.

Ήθελε να βλέπει τα αστέρια και το φεγγάρι.

Να τους μιλάει για τα όνειρα της.

Μόνο αυτά την ήξεραν.

Και στις κρύες μαύρες σκοτεινές νύχτες, να ονειρεύεται το πρίγκιπά της.

Δεν του είχε δώσει μορφή, παρά μόνο άκουγε την καρδιά του να της λέει “σ’ αγαπώ”.

Να την παίρνει τρυφερά αγκαλιά και να ταξιδεύουν στα αστέρια.

Στην άγνωστη πόλη δεν υπήρχαν αστέρια, δεν υπήρχαν όνειρα.

Τα αστέρια είχαν κρυφτεί και τα όνειρα είχαν τσακιστεί στα δρομάκια.

Παράξενος ο κόσμος εδώ τα παιδιά μαζεμένα, άγνωστα μεταξύ τους σε μια πλατεία να παίζουν.

Σε μια παιδική χαρά περιορισμένα και τυποποιημένα τα παιχνίδια τους.

Που είναι τα δικά τους παιχνίδια.

Το κρυφτό στο δάσος, το κυνηγητό στους χωματόδρομους.

Οι ώρες που μαζεύονταν στο ιερόν έξω από το χωριό, στην αυλή του σχολείου.

Άγνωστοι δρόμοι, ξένος ο κόσμος.

Βιτρίνες ψεύτικες παντού.

Και αυτά τα σπιτάκια τι είναι, μοιάζουν με κουτάκια αφιλόξενα.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια