“Καταδικασμένοι Έρωτες Ι”

~ 41 ~

Μόλις που προλαβαίνουμε την φωτογράφιση.

Λίγα λεπτά καθυστέρηση και θα χάσω το αεροπλάνο.”

“Δημήτρη έρχομαι, δως μου ένα λεπτό.”

Δεν είχε κοιμηθεί καθόλου.

Ένιωθε τόσο ξεκούραστη.

Σαν την κοιμωμένη βασιλοπούλα που ξύπνησε και είδε τον πρίγκιπα της.

Εκατό χρόνια ήταν αυτά.

Σε πιάνει μετά ύπνος μετά.

Στέκεσαι και μετράς τα άστρα.

Τάζεις τόσες ευχές να ξανάρθει ο πρίγκιπά σου, να τον συναντήσεις σύντομα.

Μα τι τέλος πάντων είναι αυτός ο έρωτας.

Ο κλέφτης της καρδιάς, του νου, της λογικής, της ψυχής;

Έπιασε τον εαυτό της να τραγουδάει.

“Μα τι μου συμβαίνει!”

Το τηλέφωνό χτύπησε ξαφνικά.

Διέκοψε κάθε σκέψη της.

“Θα σε δω απόψε;”

“Εσύ, μα που βρήκες το τηλέφωνό μου;”

Χοροπηδούσε, τραγουδούσε, ένιωθε παιδί, ανώριμο .

Χαρά, ευτυχία!

Δεν ήξερε τίποτα για τον άντρα αυτόν.

Δεν την ένοιαζε.

Αυτό που ένιωθε της έφτανε.

Μια ευτυχία που ξεκινούσε από το μέσα της.

Το ίδιο βράδυ λίγο πριν τις οκτώ ένα πολυτελέστατο αυτοκίνητο σταμάτησε έξω από το διαμέρισμα της.

Αισθάνθηκε αμήχανα.

Το dress code – τζιν με λευκό πουκάμισο – δεν ταίριαζαν.

“Πίστεψα πως η συνάντηση μας θα ήταν σε κάποιο καφέ ξενοδοχείου.

Λατρεύω το απλό ντύσιμο.

Μου έχει λείψει τα τελευταία χρόνια.

Η Ηλέκτρα;”

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια