“Καταδικασμένοι Έρωτες Ι”

~ 83 ~

Πόσο την πονά αυτή η αγάπη.

Τα αισθήματα αντικρούονται στον πόνο.

Ο πόνος γλυκαίνει και το χαμόγελο ανθίζει.

Θα χανόταν από την ζωή και δεν θα ήξερε τι σημαίνει να αγαπάς, να πονάς, να σε ταξιδεύει ο έρωτας, σε δύο μάτια μόνο να βρίσκεις την ευτυχία που αναζητούσες σ’ όλη σου την ζωή.

Η αγάπη ξημερώνει στην αυγή, ονειρεύεται στο δειλινό, ταξιδεύει την νύχτα σε δρόμους μοναχικούς να βρίσκει τον αγαπημένο της στα όνειρα των αγγέλων.

Να μένει εκεί στα σύννεφα των αστεριών φτιάχνοντας μικρές ευχούλες να τις στείλει στο ονειρό του.

Να την θυμηθεί το πρωι, να της δώσει την ευτυχία που κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να το κάνει.

Μια πανσέληνος όλο ταξίδια, η μοναξιά την χτυπά μα συνεχίζει να ονειρεύεται.

Ήταν τόσο δύσκολο να βρει τον Άλεξ της, να του στείλει τα συναισθήματα της να τον διεκδικήσουν, να τον πάρουν μαζί τους στο κρυφό μονοπάτι αγάπης και να συναντήσουν τον έρωτα μαζί.

Να λυτρωθούν σε αγκαλιές που νοσταλγούν ένα μοναχικό λιμανάκι μόνο για δύο.

Είχε μπερδέψει την ζωή της.

Την είχε κάνει “μαλλιοκουβαρα” ούτε η ρόκα της γιαγιάς της στην γωνια της αυλής δεν θα μπορούσε να την ξεμπερδεψει.

Τελείωσε ούτε Νικόλας ούτε Δημήτρης ούτε επιχειρήσεις.

Την κούραζε η σκέψη μια άλλη μέρα στην δουλειά δίχως να τον δει.

Είχε αναλάβει τα δρομολόγια στο Ναύπλιο.

Ο Άλεξ είχε μεγάλες φουρτούνες με τις επιχειρήσεις του στο εξωτερικό.

Ο μίτος της Αριάδνης έγινε να βρει την άκρη να κλείσει τις υποθέσεις να μπορούσε να ορθοποδήσει οικονομικά, μια λάθος απόφαση θα έφερνε ρήξη στην συμφωνία.

Έκλεισε το κινητό να μην την ενοχλήσει κανείς.

Να μείνει μόνη με τις σκέψεις της και τα ερωτήματα της.

Σίγουρα θα γεννιόντουσαν περισσότερα.

Ίσως κάποια απάντηση μια λύση έστω θα ερχόταν από το πουθενά.

Μια περίεργη δύναμη την διεκδικούσε.

Ντύθηκε όπως αυτή ήθελε και όχι όπως πάντα επιτρεπόταν η ενδυμασία της στο χώρο που κινούταν, χειριζόταν να νιώσει για λίγο ελεύθερη.

Φόρεσε τα σπορτεξ και οι μαύρες φόρμες.

Υπέροχα, τα πρώτα σκαλάκια φάνηκαν μπροστά της.

Η άνοδος στο Λυκαβηττό.

Λίγος ο δρόμος, απότομη η ανάβαση.

Θα ανέβαινε στην κορυφή.

Στο εκκλησάκι του Αϊ Γιώργη θα άναβε ένα κερί.

Το μικροσκοπικό εκκλησάκι, φτιαγμένο τον 19ο αιώνα, ήταν παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου.

Ίσως η δύναμη του Αγίου να της έφερνε ηρεμία στην ψυχή της.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια