“Καταδικασμένοι Έρωτες Ι”

~ 29 ~

Η συνήθεια και τα παιδιά θα δένουν το ζευγάρι.

“Κοριτσάκι μου όμορφο, ψυχούλα μου γλυκιά.

Είμαι μόνη, πολύ!

Έχεις τόσα πολλά προβλήματα και εσύ.”

Συνέχισε, οι μέρες για αυτήν ήταν πολύ δύσκολες.

Τελείωσε το μεγάλο σχολείο.

“Τι θα γίνει, η οικογένεια περιμένει!”

“Σας παρακαλώ λίγο ακόμη.

Θα δουλέψω.

Θα έχω δικά μου χρήματα.”

Τι να τους έλεγε.

Το προξενιό.

Η τιμή είχε χαθεί.

Θα την σκότωναν οι δικοί της.

Παρά τις πιέσεις για αρραβώνα ο ένας χρόνος πέρασε.

Αποφασισμένη να μην γυρίσει στην επαρχία προσπαθούσε να κερδίζει χρήματα.

Και τα κατάφερνε.

Είχε υποσχεθεί να μην κάνει καμία σχέση.

Παρόλο που οι πιέσεις ήταν μεγάλες αυτή αντιστεκόταν.

Στάθηκε στην ανάμνηση της φίλης της.

Αλήθεια είχε περάσει σχεδόν ένας χρόνος.

Η ζωή της είχε δυσκολέψει πολύ.

Το μωράκι της θα περπατούσε.

Την νοστάλγησε.

“Θα περάσω να την δω.”

Είχε τόσο πολύ την ανάγκη να την δει.

Σε δύο χτυπήματα μια άγνωστη γυναικεία φωνή απάντησε.

“Ψάχνετε την νεαρή μάνα.

Μετακόμισαν σε άλλη συνοικία.

Κάπου στο Γουδί.

Βρήκαν διαμέρισμα σε πολυκατοικία.

Δυστυχώς δεν μου άφησαν τηλέφωνο και διεύθυνση.”

Χάθηκαν, αυτό ήταν.

Η Αθήνα μια άναρχη πόλη, φτιαγμένη από τσιμεντένια κουτάκια.

Ποιος να ξέρει.

Πέρασε ο καιρός.

Η ζωή της δυσκόλευε και πιεζόταν.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια