“Το Μυστικό Νησί Που Ζωντανεύει Τις Νύχτες”

“Ναταλία είμαι αρκετό καιρό στο νησί, αποφεύγεις κάθε φορά συνάντηση μεταξύ μας, να βρεθούμε μόνοι μας, να μιλήσουμε.”

‘Ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω, αποφεύγω, δεν έχει νόημα να ξεθαβουμε αναμνήσεις.

Μπορεί να ζωντανέψουν και να βρουν την δύναμη να μας πονέσουν.

Δεν φοβάμαι, απλά η κάθε μία έχει μπει στο ραφάκι της, σαν βιβλίο καλά σφραγισμένο, κρατώντας την πιο ωραία θέση που διάλεξε ο χρόνος.”

“Αύριο θα σε περιμένω, ξέρεις πολύ καλά που θα έρθεις να με βρεις.”

Δεν της άφησε περιθώρια.

Την ήξερε καλά, σαν ήθελε να ξεφύγει το έκανε με ευγένια, μόνο σ’ αυτήν την γυναίκα είχε ανακαλύψει, ότι πραγματικά έψαχνε στην ζωή του.

Η μόνη γυναίκα που γεννήθηκε για αυτόν.

Η Ναταλία έμεινε ξύπνια όλη την νύχτα, σκεφτόταν πως θα αντιμετωπίσει την αλήθεια των συναισθημάτων της.

Πόσο θα μπορούσε να του κρυφτεί.

Ξέφυγε μια ανάμνηση, σαν μαχαιριά στιγμής έκοψε την καρδιά της στα δύο.

“Θυμήθηκε το τελευταίο τηλεφωνημά του εκείνο το βράδυ.

Ισως ήταν της μοίρα της γραμμένο, να πάρει την απόφαση να φύγει μακριά του.

Να βασανιστεί η ψυχή της, χωρίς αυτόν, τόσο άδικα όλα αυτά τα χρόνια τον περίμενε.

Είχε σηκώσει το ακουστικό να ενημερώσει τον τελευταίο πελάτη, να κλείσει το προγραμματισμένο ραντεβού του.

Χωρίς να το θέλει άκουσε μια γυναικεία φωνή από την άλλη πλευρά.

“Δεν είναι δίκαιο, πρέπει να μου στείλεις τις φωτογραφίες από εκείνο το βράδυ.

Δεν πρέπει να τις κρατάς εσύ, αν τις βρει ο άντρας σου θα έχουμε πρόβλημα.

“Μα σου είπα θα στις στείλω σύντομα.”

“Θα τις φέρεις από το γραφείο η ίδια, δεν θέλω να πέσουν σε λάθος χέρια.”

“Κατάλαβα αν εννοείς την γραμματέα σου.”

“Δεν είμαι μικρό παιδί για αυτό φέρσου ανάλογα στις περιστάσεις, θα σου βγάλω αντίγραφα να τις κρατήσεις και εσύ αν το θέλεις.

Η βραδιά ήταν μοναδική, σε σκέφτομαι συνέχεια, ζητησέ μου ότι θέλεις και θα στο στείλω.”

Την φωνή την ήξερε, ήταν γνώριμη, ερχόταν συχνά στο γραφείο τον τελευταίο καιρό.

Δεν το έκανε ποτέ, να κρυφακούσει ένα τηλέφωνο, δεν την αφορούσε.

Εκείνη η στιγμή ήταν σαν να ήθελε το δίκαιο, προσπάθησε να της μιλήσει ο χρόνος.

Να της ανακαλύψει μια άλλη πλευρά του αγαπημένου της.

Για τον μεγάλο έρωτα τους για την αγάπη τους, πίστευε πως είχε εγκαταλείψει τις κάποιες συνήθειες.

Πάγωσε δεν ήξερε τι να κάνει, δεν έπρεπε ούτε ένα δάκρυ να χυθεί, σε λίγο θα έφευγε δεν ήθελε να την δει σ’ αυτή την κατάσταση, έπρεπε να το χειριστεί πολύ καλά.

Πρώτα να ρωτήσει την καρδιά της, την ψυχή της, αν μπορούσαν να αντέξουν μακριά του.

Η λογική είχε ήδη συμφωνήσει, “πρέπει να φύγεις, δεν μπορείς να τρέχεις και να περιμένεις κάτι περισσότερο από έναν άνθρωπο που δεν μπορεί να στο δώσει.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια