“Το Μυστικό Νησί Που Ζωντανεύει Τις Νύχτες”

Πλήθος τα λουλούδια.

Κίτρινα, λευκά, μωβ, βιολετί, μπερδεμένα στον κήπο μαζί με τις τριανταφυλλιές που δεν δίσταζαν ακόμα και στο κρύο του χειμώνα να παραμένουν ανθισμένες.

Ηθελαν να συναγωνιστούν την ομορφιά του φθινοπωρινού τοπίου.

Η κληματαριά της αυλής είχε ρίξει τα περισσότερα φύλλα και τα σταφύλια έμεναν ακόμα κρεμασμένα, αμάζευτα.

Το χορτάρι άρχιζε να πρασινίζει από τις βροχές, και η τεράστια καρυδιά της γειτονιάς είχε ρίξει τα φύλλα και μαζί κάποια καρύδια στην γη.

Ψαχναμε να βρούμε τα περισσότερα καρύδια ανάμεσα στα πεσμένα φύλλα, τα μαζεύαμε και τα σπάγαμε στις πετρες, τόσο νόστιμα που μας φαίνονταν τότε.

Δώρα της φύσης, η τροφή μας.

Η ροδιά γεμάτη ρόδια.

Τα περιβόλια είχαν ξεραθεί και το παιχνίδι ανάμεσα στο ξεραμένα φυτά ήταν τόσο ευχάριστο.

Τα ξεριζώναμε και κάναμε το δικό μας περιβόλι από την αρχή, το φθινοπωρινό μας περιβόλι, γεμάτο λουλούδια.

Τα πουλιά έμειναν λίγα στο δάσος του.

Τα χελιδόνια που έφυγαν, το τραγούδι του αηδονού ακουγόταν νωρίς το πρωι.

Τα κοτσίφια είχαν κάνει την επάνοδο τους.

Θα μοιάζουν τόσο έρημα όλα, τόση ζωή γύρω της τα αποδημητικά πουλιά έφυγαν, τα σχολεία άρχισαν .

Την σκότωσαν οι αναμνήσεις.

Είναι μακριά και μόνη από ότι αγαπά, στέκεται στο παράθυρο, τον σκέφτεται, της λείπει τόσο.

Γύρισε στις αναμνήσεις γιατί την πονούν, η ίδια αλήθεια δεν θέλησε να ταξιδέψει πίσω στο χρόνο, αισθάνεται ένα πόνο στο στήθος, ένα κόμπο στο στομάχι της λείπει πολύ.

Είναι ο μόνος που μπορεί να νικήσει τον χρόνο και να φέρει ευτυχία, χαρά, χαμόγελο, αισιοδοξία.

Τώρα που οι μέρες είναι λίγες και πονούν.

Τον άφησε, μόνο του πάλι με την ελπίδα να γυρίσει πίσω αφού θα έχει ξεκαθαρίσει μέσα της πως θα προχωρήσει την ζωή του.

Η αγάπη της για αυτόν τόσο μεγάλη που την θλίψη η απουσία του την αποδυνάμωνε.

Σαν την μέρα που είναι έξω από το παράθυρο συννεφιασμένη έτσι και οι αναμνήσεις την πονούν.

Έξω από το παράθυρο στην πόλη αυτή μόνο η απέναντι πλατεία μπορούσε να σου θυμίσει λίγο από την μαγεία του φθινοπώρου.

“Σύντομα θα πάρω την μικρή μου Ναταλία να πάμε στο χωριό, είναι διαφορετικά όμορφη η φύση.

Αν δεν προλάβουν οι πρώτες μπορες και χαλάσουν το δρόμο.

Από τις βροχές δεν φουσκώσει το ποτάμι, να παρασύρει ότι βρίσκεται στο διάβα του και να γκρεμίσει το γεφύρι που το ενώνει με το δημόσιο δρόμο.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια