“Το Μυστικό Νησί Που Ζωντανεύει Τις Νύχτες”

Η θάλασσα συμφωνούσε άλλωστε ποτέ δεν της χάλασε χατήρι και ο γλάρος τώρα φτερουγίζει ευτυχισμένος.

Πρώτη φορά είχε τους δύο πιστούς φίλους δίπλα της να συμφωνούν μαζί της.

Το αεράκι κόπασε, ο ήλιος χρωμάτιζε την δυσή του, εκλιπαρούσε την αγκαλιά των χρωμάτων της θάλασσας, ζητούσε να αποκοιμηθεί στο καταφύγιό της μετά από μια δύσκολη κουραστική μέρα.

Το κοριτσάκι της έπαιζε στη αυλή μαζί με τα άλλα παιδιά.

Μόλις την είδε έτρεξε στην αγκαλιά της.

Νεραιδούλα του παραμυθιού σαν να φάνηκε μπροστά της.

Ξεχώριζες τα χαρακτηριστικά του πατέρα της.

Όμορφη σαν και αυτόν.

Ποιος θα το έβλεπε ή μάλλον ποιος θα καταλάβαινε το μυστικό, κανείς δεν θα μπορούσε να καταλάβει ότι αυτή έβλεπε εκείνη την στιγμή, την ομοιότητα τους.

Όλα καλά κρυμμένα στην ψυχή της.

Να σκλαβώνουν όμορφες αναμνήσεις και να την ξυπνούν από το όνειρο.

“Μαμά!”

Έτρεξε την αγκαλιασε με τα χεράκια της, τόσο σφιχτά που δεν ήθελε κάτι άλλο.

Ήταν η ευτυχία της.

“Σήμερα όλη μέρα την πέρασα με την κυρά Τασία.

Πήγαμε ταΐσαμε τα ζώα στο κτήμα, με πήγε βόλτα μέχρι το μικρό γαϊδουράκι της.

Μαζέψαμε από το φώλι αυγά από τις κότες, μπήκα στο κοτέτσι.

Γυρίσαμε μαζί στο σπίτι, σου φτιαξαμε το αγαπημένο σου φαγητό.

Όλη μέρα ήμασταν μαζί, περάσαμε πολύ ωραία.

Έπαιξα με όλα τα παιδιά στην αυλή.

Ανακαλύψαμε μια φωλιά κοκκινολαίμηδων.

Ένα από τα μικρά τους είχε πέσει από την φωλιά, παραλίγο να το σκοτώσει η γάτα μας.

Δεν ήξερε μαμά μου.

Ο Άγγελος την κυνήγησε.

Ήρθαν οι γονείς του, το πήγαν στην φωλιά τους.”

Έβλεπε το κοριτσάκι της ευτυχισμένο.

Δεν είχε ανάγκη από καμία άλλη αγάπη, της έφτανε η δική της.

Η κυρά Τασία ήρεμη στην γωνία της όπως την ήξερε πάντα, έπλεκε και κεντούσε.

Μετά πουλούσε τα εργόχειρα της στα διάφορα παραδοσιακά μαγαζιά του νησιού.

Πόσες φορές την είχε σώσει με τα γιατρικά της όταν αρρώσταινε το κοριτσάκι της.

Της έφτιαχνε σούπες από φρέσκο κοτόπουλο.

Στο προσκέφαλο της μικρής πάντα, τις έβαζε κρύες κομπρέσες και έπεφτε ο πυρετός.

“Δεν χρειάζεται γιατρός για τόσα άπλα πράγματα, ένας πυρετος είναι, δεν το βλέπεις.

Λίγη περιποίηση και σε κάνα δύο ωρίτσες θα είναι καλά το στερνοπούλι σου.”

Πόσο δίκιο είχε, πόση ανακούφιση αισθανόταν.

banner_home_2

Δημοσίευση

Share on facebook
Share on twitter
Share on email
0 0 Votes
Article Rating
Εγγραφή
Ειδοποίηση για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
Δείτε Όλα Τα Σχόλια